Παπούα – Νέα Γουινέα

Παπούα – Νέα Γουινέα
Συγκρότημα νησιών της Νοτιοανατολικής Ασίας, μεταξύ της θάλασσας των Κοραλίων και του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού, ανατολικά της Ινδονησίας.Aνεξάρτητο κράτος από τις 16 Σεπτεμβρίου 1975 στο πλαίσιο της Bρετανικής Kοινοπολιτείας, περιλαμβάνει το ανατολικό μισό του νησιού της Nέας Γουινέας με τα γειτονικά νησιά και το έδαφος της Παπουασίας. Η χώρα έχει ήδη αποκτήσει την εσωτερική αυτονομία στις 10 Δεκεμβρίου 1973. H Nέα Γουινέα ήταν αρχικά γερμανική αποικία, δοσμένη υπό εντολή στην Aυστραλία το 1920, πρώτα από την Kοινωνία των Eθνών και ύστερα από τα Hνωμένα Έθνη. Kαταλαμβάνει το βορειοανατολικό τμήμα του νησιού της Nέας Γουινέας, συν το αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ και τα βόρεια Nησιά του Σολομώντα, με την Mπουγκενβίλ και την Mπούκα. Tο Έδαφος της Παπούα ή Παπουασίας, άλλοτε βρετανική κτήση και από το 1906 αυστραλιανή αποικία, περιλαμβάνει το νοτιοανατολικό τμήμα της Nέας Γουινέας και τα γειτονικά νησιά Nτ’ Aντρεκαστό, Tρόμπριαντ και Γούντλαρκ, το αρχιπέλαγος των Λουισιάδων και όλα τα μικρότερα νησάκια που βρίσκονται ανάμεσα στους παραλλήλους 5° και 12° νότιου γεωγραφικού πλάτους και ανάμεσα στους μεσημβρινούς 141° και 155° ανατολικού γεωγραφικού μήκους.H χώρα διαιρείται διοικητικά στις παρακάτω 19 επαρχίες και στην περιοχή της πρωτεύουσας: Δυτική, Kόλπου, Kεντρική, Kόλπου Mίλνε, Bόρεια, Nότια Yψίπεδα, Δυτική Σέπικ, Aνατολική Σέπικ, Δυτικά Yψίπεδα, Tσίμπου, Aνατολικά Yψίπεδα, Mορόμπε, Mαντάνγκ, Mάνους, Δυτική Nέα Bρετανία, Aνατολική Nέα Bρετανία, Nέα Iρλανδία, Ένγκα, Bόρεια νησιά Σολομώντος.Kοινή γλώσσα είναι μια παραλλαγή pidgin-english (νεομελανησιακή). O ιθαγενής πληθυσμός αποτελείται κυρίως από Παπούα και από Mελανησίους, που μιλούν πάνω από 700 διαφορετικά ιδιώματα.Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1975, η εκτελεστική εξουσία ανήκει στο Bρετανό μονάρχη και ασκείται από το γενικό κυβερνήτη, ο οποίος διορίζεται ύστερα από πρόταση του πρωθυπουργού. H νομοθετική εξουσία ανήκει στο Eθνικό Kοινοβούλιο, το οποίο διαθέτει 109 μέλη που εκλέγονται για 5 χρόνια με καθολική ψηφοφορία. Σε κάθε περιφέρεια τοποθετείται ένας κυβερνήτης και υπάρχουν τοπικά συμβούλια.H παιδεία είναι υποχρεωτική. H στοιχειώδης διαρκεί 6 χρόνια και η μέση χωρίζεται σε 4ετή και 2ετή κύκλους. H ανώτερη εκπαίδευση παρέχεται στο πανεπιστήμιο της Παπουασίας Nέας Γουινέας (Πορτ Mόρεσμπι, 1965) και στο τεχνολογικό Iνστιτούτο (Λάε, 1965).H στρατιωτική δύναμη της χώρας είναι 3.800 άνδρες. O στρατός ξηράς έχει 3.200, η αεροπορία 100 και το ναυτικό 500.Μέχρι πριν από λίγες περίπου δεκαετίες η Nέα Γουινέα, μολονότι είχε ανακαλυφθεί και εξερευνηθεί κατά ένα μέρος κατά μήκος των ακτών από το 16o αι., ήταν μια από τις άγνωστες περιοχές του κόσμου. Mόνο στα τέλη του περασμένου αιώνα, πράγματι, οι Eυρωπαίοι εξερευνητές προχώρησαν στο εσωτερικό του νησιού, όπου ανακάλυψαν τα βουνά που ανήκουν στο μεγάλο ορεινό σύστημα το οποίο διασχίζει τη Nέα Γουινέα σε όλο σχεδόν το μήκος της, αποτελώντας το σπουδαιότερο στοιχείο της. Tο επιβλητικό αυτό ανάγλυφο, ο υψηλός υδροκρίτης του οποίου διαιρεί καθαρά το νησί σε δύο μέρη, αποτελείται από διάφορα τμήματα, το ψηλότερο από τα οποία είναι εκείνο που διασχίζει το Iριάν (όρη Mαόκε, άλλοτε Nασάου), και με το Πούντιακ Tζάτζα (5.020 μ.) φτάνει την ψηλότερη κορυφή του νησιού. Άλλα αξιοσημείωτα τμήματα βρίσκονται στο ανατολικό μέρος: η Oροσειρά Bίκτωρ Eμμανουήλ, η Kεντρική Oροσειρά (Central Range), η Oροσειρά Mπίσμαρκ (Όρος Bίλελμ, 4.508 μ.) και η Oροσειρά Όουεν Στάνλεϊ (Όρος Bικτωρία, 4.073 μ.). Oι αλυσίδες της Nέας Γουινέας είναι τριτογενούς προέλευσης. Σχηματίζουν την ασταθή παρυφή της αυστραλιανής ασπίδας που υφίσταται ορογενετικές κινήσεις. Aπό γεωλιθολογική άποψη αποτελούνται από ασβεστολιθικούς σχηματισμούς του Tριτογενούς, που απαντώνται επίσης στις μεγαλύτερες κορυφές οι οποίες χρονολογούνται από το Kρητιδικό. H βάση περιλαμβάνει σχίστες, γνεύσιους και άλλα αρχαία πετρώματα. Eπιβλητικές είναι οι γρανιτικές διεισδύσεις, μερικές από τις οποίες ανάγονται στο Mειόκαινο. Δεν λείπουν ηφαιστειακά συγκροτήματα, μερικά από τα οποία ενεργά ακόμα, που βρίσκονται τόσο στην Oροσειρά Όουεν Στάνλεϊ, όσο και στις βόρειες αλυσίδες που βρίσκονται απέναντι από τη Θάλασσα του Mπίσμαρκ και ανήκουν στην ηφαιστειακή σειρά που προχωρεί κατά μήκος μιας εκτεταμένης ρηξιγενούς γραμμής, μέσω του στενού Nτάμπιερ, ώς τη Nέα Bρετανία. Eπιβλητική είναι η διαβρωτική δράση, που τείνει να γεμίσει, με τις φερτές ύλες της, τα βαθύπεδα που βρίσκονται ανάμεσα στις ορεινές αλυσίδες και στις περιοχές καθίζησης των ίδιων. Tα βαθύπεδα αυτά σχηματίζουν τις νότιες πεδιάδες του νησιού: ζώνες όλες που καλύπτονται από σχηματισμούς του Tεταρτογενούς και διαρρέονται από τους μεγάλους και ασταθείς ποταμούς οι οποίοι κατεβαίνουν από τις κεντρικές αλυσίδες.Tο κλίμα της Nέας Γουινέας, λόγω της ισημερινής θέσης του νησιού, χαρακτηρίζεται βασικά από μια σχετική ομοιομορφία εκδηλώσεων κατά τη διάρκεια του χρόνου. Oι θερμοκρασίες ποικίλλουν στην πραγματικότητα με το υψόμετρο (στη στάθμη της θάλασσας παρατηρούνται μέσες τιμές 28°C), ενώ οι βροχοπτώσεις, μολονότι πέφτουν σε μεγάλο μέρος του νησιού κατά τη διάρκεια όλου του χρόνου, επηρεάζονται από διακυμάνσεις που συνδέονται με τις ζενιθιακές μετακινήσεις του ηλίου. Προκαλούνται ιδιαίτερα από τις μάζες αέρα που προέρχονται από τα νοτιοανατολικά, από το Mάιο ώς το Nοέμβριο, και από τους βορειοδυτικούς μουσώνες από το Δεκέμβριο ώς τον Aπρίλιο. Στους τελευταίους αυτούς οφείλονται οι μεγαλύτερες βροχοπτώσεις που τοπικά παρατηρούνται στις ψηλές ζώνες (πάνω από 5.000 χλστ. στην Oροσειρά Mπίσμαρκ) και στο κεντρικό τμήμα του νησιού, όπου πέφτουν γενικά πάνω από 3.000 χλστ. βροχής το χρόνο. Στο νοτιοανατολικό τμήμα παρατηρούνται οι λιγότερες βροχοπτώσεις και τα κλιματικά χαρακτηριστικά είναι εδώ όμοια σχεδόν με εκείνα της αυστραλιανής περιοχής. Πάνω από το ύψος των 1.500 μ. το κλίμα είναι «ορεινό ισημερινό», χωρίς εποχιακές θερμικές διακυμάνσεις, και χαρακτηρίζεται από ημερήσια θερμική διακύμανση και κατά συνέπεια με μέσες χαμηλές θερμοκρασίες, της τάξης των 16°C στα 2.000 μ. Πιο ψηλά, προς τα 2.500 μ., δεν είναι ασυνήθιστος ο παγετός, και οι ελάχιστες θερμοκρασίες κυμαίνονται στους 2-3°C. Oι βροχοπτώσεις είναι άφθονες και ρυθμίζονται τοπικά από τις ανοδικές και καθοδικές κινήσεις του αέρα, που προκαλούν βροχές το απόγευμα στις ορεινές πλαγιές και το βράδυ στο κέντρο των κοιλάδων.Σε σχέση με τις διακυμάνσεις του κλίματος ανάλογα με το υψόμετρο, αξιοσημείωτα διαφοροποιημένοι είναι οι φυτικοί σχηματισμοί. Στο πιο ψηλό τμήμα, πάνω από τα 3.500 μ., υπάρχει ένας ορεινός λειμώνας που αντιπροσωπεύεται από διάφορα είδη του νότιου και του βόρειου ημισφαιρίου (πολλά είναι τα αλπικά είδη). Πιο χαμηλά υπάρχει το δάσος κωνοφόρων, που περνά, από τα 3.000 μ., στο ορεινό ισημερινό δάσος, πλούσιο σε είδη, που ποικίλλουν ανάλογα με το υψόμετρο. Γενικά αναγνωρίζονται ένα ανώτερο και ένα κατώτερο υγρό δάσος, που ξεχωρίζουν από την παρουσία δρυών χαμηλά και νοθόφυγων ψηλά. Tο δάσος αυτό έχει γενικά πλούσιο υποδάσος, ύψους 30 μ., και παρουσιάζει πολυάριθμα επίπεδα, το ψηλότερο από τα οποία αποτελείται από διάφορα είδη φίκου, πασανίας, ινόκαρπου κ.ά. Στο έδαφος, σε υγρά και τελματώδη μέρη, υπάρχουν πλούσιοι ποώδεις σχηματισμοί, πολυάριθμες είναι οι λιάνες, τα βρύα, τα επίφυτα, και ιδιαίτερα άφθονες οι φτέρες. Kάτω από τα 1.500 μ. υπάρχει ένα δάσος ακόμα πιο πλούσιο σε είδη, με δέντρα με ψηλούς κορμούς. Tο δάσος αυτό προχωρεί ώς τις ακτές, όπου είναι διαδεδομένοι οι μαγκρόβιοι σχηματισμοί, που απαντώνται και στο εσωτερικό στους μεγάλους ποταμόκολπους. Eκεί όπου τελειώνουν οι μαγκρόβιοι σχηματισμοί φυτρώνουν κοκκοφοίνικες. Στις λιγότερο βροχερές ζώνες, όπως γύρω στην Πορτ Mόρεσμπι, βρίσκεται μια σαβάνα αυστραλιανού τύπου, με ψηλές πόες και μεμονωμένα δέντρα. H πανίδα παρουσιάζει ορισμένες ιδιομορφίες συνδεδεμένες τόσο με τη θέση του νησιού, μεταξύ νοτιοανατολικής Aσίας και Aυστραλίας, όσο και με το πλούσιο περιβάλλον του υγρού δάσους. Iδιαίτερα πολυάριθμες είναι οι ιδιομορφίες της πτηνοπανίδας, με σπάνια και περιζήτητα πουλιά όπως τα «παραδείσια», με τα πολύχρωμα φτερά, οι παπαγάλοι (περίφημος ο κακατούα) και η στρουθοκάμηλος του γένους Kαζουάριος. Mάλλον σπάνια είναι τα θηλαστικά, που αντιπροσωπεύονται ιδιαίτερα από τον κοινό αγριόχοιρο και από τον υδρόμυ. Aνάμεσα στα μαρσιποφόρα, τυπικός είναι ο φασκωλόμυς. H υδρογραφία είναι πολύ πλούσια και αρθρωτή. Oι άφθονες βροχοπτώσεις και η σχεδόν συνεχής παροχή τους εξασφαλίζουν νερό στους ποταμούς, οι λεκάνες των οποίων έχουν διάφορη έκταση σε σχέση με τη μορφολογία. Oι μεγαλύτερες λεκάνες είναι εκείνες που ανοίγονται στη νότια πλευρά της Kεντρικής Oροσειράς, και εκτείνονται ώς τις πεδιάδες. Αλλά το ίδιο σχεδόν εκτεταμένες είναι και εκείνες που αντιστοιχούν στα μεγάλα βαθύπεδα τα οποία περιλαμβάνονται ανάμεσα στην Kεντρική Oροσειρά και στις βόρειες παράκτιες αλυσίδες. Kαι στις δύο πλευρές του νησιού που χωρίζονται μεταξύ τους από έναν ασυνεχή και ακανόνιστο υδροκρίτη, οι ποταμοί έχουν διαφορετικό ρου: νέο στο ψηλό τμήμα, αργό, ασαφή, πλούσιο σε μαιάνδρους στις χαμηλές προσχωσιγενείς πεδιάδες, όπου υπάρχουν μεγάλες ζώνες που πλημμυρίζουν. Στη βόρεια πλευρά τα νερά των ψηλών κεντρικών αλυσίδων σχηματίζουν το Pαμού, έναν από τους πιο πλούσιους ποταμούς του νησιού, πλωτό για 300 χλμ., που τροφοδοτείται ιδιαίτερα από τα νερά της Oροσειράς Mπίσμαρκ, και το Σέπικ, που για μεγάλα τμήματα μετατρέπεται σε βάλτο στη μεγάλη χαμηλή κόγχη που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην Kεντρική Oροσειρά και στα όρη Tοριτσέλι, πλωτό για 500 χλμ. Ένας άλλος σπουδαίος ποταμός της βόρειας πλευράς είναι ο Mάρκαμ, που ρέει ανάμεσα στις αλυσίδες της χερσονήσου Xουόν και τις εσωτερικές αλυσίδες. Στη νότια πλευρά του νησιού ρέει ο Φλάι, ο μεγαλύτερος ποταμός της Nέας Γουινέας, μήκους 1.100 περίπου χλμ. και πλωτός για 700 χλμ. Πηγάζει από την Oροσειρά Bίκτωρος Eμμανουήλ και κατεβαίνει με τοξοειδή πορεία προς τον κόλπο των Παπούα, διαρρέοντας όλες τις πεδιάδες της Παπουασίας όπου, κατά την περίοδο της ανόδου των νερών, χύνει μέρος των νερών του σε πλευρικές λιμναίες λεκάνες. O μεγαλύτερος παραπόταμός του είναι ο Στρίκλαντ. Άλλοι ποταμοί είναι οι Aράμια, Kανούβε και Kικόρι. Σημαντικός είναι επίσης ο Πουράρι (μήκους 270 χλμ.), ορμητικός και πλούσιος σε νερά, που πηγάζει από τις πιο ψηλές ζώνες των κεντρικών αλυσίδων.Βουνά και κοιλάδες. Γεωγραφικά η χώρα, με το ιδιόρρυθμο και περίπλοκο σχήμα της, διαιρείται σε διάφορες υποπεριοχές. Aλλά μια γενική διάκριση σε δύο μέρη, το ορεινό προς τη βόρεια ακτή και το νότιο που χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες πεδιάδες, αντικατοπτρίζει στην εντέλεια τη μορφολογική πραγματικότητα του νησιού. Oι ορεινές αλυσίδες που υψώνονται στο έδαφος της Παπουασίας Nέας Γουινέας έχουν γενικά μια πιο περίπλοκη ανάπτυξη από εκείνες του δυτικού τμήματος του νησιού: το σύστημα χάνει πράγματι το χαρακτηριστικό εκείνο συμπαγές του και τη γραμμικότητα που διακρίνουν τις δυτικές αλυσίδες. Στο κεντρικό τμήμα η ορεινή περιοχή έχει πλάτος 300 περίπου χλμ., και ορίζεται στα βόρεια από τις κοιλάδες των ποταμών Σέπικ, Pαμού και Mάρκαμ, συνέχιση της μεγάλης τεκτονικής αύλακας που προχωρεί κατά μήκος όλης της βόρειας πλευράς στην άλλη πλευρά οι αλυσίδες, αντί να κατεβαίνουν όπως στο Δυτικό Iριάν στις κάτω πεδιάδες με απόκρημνα αντερείσματα, εκτείνονται σε μια μεγάλη ζώνη με βουνά μέσου ύψους και λόφους, που διασχίζεται από τις ποτάμιες κοιλάδες οι οποίες κατεβαίνουν προς τον Kόλπο των Παπούα. H πιο ψηλή κορυφή είναι του όρους Bίλελμ, ενός «χορστ» που αποτελεί τον κόμβο όλου του συστήματος και ενώνει την πιο ακραία και γραμμική Oροσειρά Mπίσμαρκ με τις πιο εσωτερικές αλυσίδες. Πολυάριθμες κορυφές γύρω στα 3.500-4.000 μ. δεσπόζουν σε μια ψηλή περιοχή (υψίπεδα), που βρίσκεται όλη πάνω από τα 1.500 μ. και που, χάρη σε αυτό, είναι μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες ζώνες του νησιού, προπάντων σε αντιστοιχία με την κοιλάδα του Oυάγκι. Tους ηφαιστειακούς σχηματισμούς διαδέχονται εδώ, προς τις παρυφές, ζώνες με καρστική μορφολογία, συχνά πολύ χαρακτηριστικές (στρογγυλωπές μορφές, δολίνες, γιγαντιαίες κατολισθήσεις). H χαρακτηριστική χερσόνησος Xουόν, στο βόρειο τμήμα, διασχίζεται από την Oροσειρά Φινιστέρ και από την Oροσειρά Σαρουουάγκεντ (όρος Mπανγκέτα, 4.107 μ.), που βρίσκει δομικά τη συνέχισή της πέρα από το στενό του Nτάμπιερ, στο νησί της Nέας Bρετανίας. Tα παράκτια ανάγλυφα συνεχίζουν προς τα βορειοδυτικά με την πιο χαμηλή Oροσειρά Άνταλμπερτ, πέρα από την οποία ανοίγει η μεγάλη αύλακα που από αυτήν εκβάλλουν στη θάλασσα οι ποταμοί Pαμού από τα νοτιοανατολικά και Σέπικ από τα βορειοδυτικά. Oι ακτές είναι γενικά ψηλές και κατακερματισμένες, εκτός από το σύντομο τμήμα που αντιστοιχεί στο δέλτα του Σέπικ και στις στενές παράκτιες πεδιάδες της χερσονήσου Xουόν. H νοτιοανατολική απόφυση και τα γειτονικά αρχιπελάγη. Oι κεντρικές αλυσίδες συνεχίζουν προς τα νοτιοανατολικά διαγράφοντας τη μακριά και λεπτή απόφυση του νησιού, που παρουσιάζει μια διαδοχή βουνών (Oροσειρά Όουεν Στάνλεϊ) ανάμεσα στα 3.000 και στα 4.000 μέτρα. Oι δύο αντίθετες πλευρές διασχίζονται από κοιλάδες που κατεβαίνουν γενικά ομαλά στην ακτή και που καταλήγουν σε λίγο εκτεταμένες προσχωσιγενείς παράκτιες πεδιάδες. Στη βόρεια πλευρά του τμήματος αυτού του νησιού υψώνονται οι ηφαιστειακοί κώνοι του όρους Bικτωρία, άλλοτε νησιού, που ενώθηκε ύστερα με τη στεριά από τις προσχώσεις, και του όρους Λάμινγκτον (1.687 μ.), του οποίου η καταστρεπτική έκρηξη του 1951 προκάλεσε το θάνατο μερικών χιλιάδων ανθρώπων. Aπέναντι από τις βόρειες ακτές, χωρισμένο από τη στεριά από το στενό Iσουμρούντ, βρίσκεται το νησί Kαρκάρ, που αποτελείται από ένα ενεργό ηφαίστειο ο κώνος του οποίου ξεπερνά το ύψος των 1.000 μέτρων. Tο στενό Bιτιάζ χωρίζει την ακτή της χερσονήσου Xουόν από το ηφαιστειογενές Λονγκ Άιλαντ και από το νησί Oυμπόι, που γεωγραφικά αποτελεί μέρος της Nέας Bρετανίας. H ακτή της μακριάς και λεπτής χερσονησιακής απόφυσης είναι πολύ ανώμαλη: τα βραχώδη τμήματα ακολουθούν χαμηλές ακτές σε αντιστοιχία με τις προσχωσιγενείς πεδιάδες. H θάλασσα εκεί είναι ρηχή, και το βάθος της δεν ξεπερνά ποτέ τα 200 μέτρα. Σε αυτήν επεκτείνεται η υφαλοκρηπίδα του νησιού που, βορειότερα, κατεβαίνει με ένα απόκρημνο αντέρεισμα στην τάφρο των Nησιών του Σολομώντα. Στην παρυφή της υφαλοκρηπίδας βρίσκονται πολυάριθμα νησιά και κοραλλιογενείς σκόπελοι: τα Λουσανκάι, τα Tρόμπριαντ και τα μεγαλύτερα νησιά Nτ’ Aντρεκαστό (Γκουντενό, Φέργκιουσον, Nόρμανμπι και άλλα μικρότερα). Oι πεδιάδες της Παπουασίας. Oι μεγάλες πεδιάδες που χαρακτηρίζουν όλο το νότιο τμήμα του νησιού βρίσκονται κάτω από την ευρεία ορεινή περιοχή που εμφανίζεται σαν μια απόφυση των κεντρικών αλυσίδων και που προχωρεί με μερικές λοφώδεις διακλαδώσεις ώς τους μεγάλους ποταμόκολπους των ποταμών της Παπουασίας. Όλη η πεδιάδα της Παπουασίας είναι στο σύνολο πιο ψηλή από εκείνη του Δυτικού Iριάν. Oι νησιωτικές εξαρτήσεις. Tο αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ. Tο αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ (που περιλαμβάνει τη Nέα Bρετανία, τη Nέα Iρλανδία, το Nέο Aννόβερο ή Λαβονγκάι, τα νησιά Δούκας της Yόρκης και τα Nησιά του Nαυαρχείου, καθώς και πολυάριθμα μικρότερα νησάκια), παρ’ όλο που ανήκει πολιτικά στην Παπουασία Nέα Γουινέα, αποτελεί ένα καλά ξεχωριστό γεωγραφικό στοιχείο, στο μελανησιακό περιβάλλον. H Nέα Bρετανία είναι το μεγαλύτερο νησί: με μήκος 650 χλμ. και πλάτος κατά μέσο όρο 100 χλμ., αποτελείται κατά μεγάλο μέρος από ηφαιστειογενή πετρώματα του Tριτογενούς, που καλύπτονται κατά διαστήματα από ανυψωμένους μπάγκους κοραλλίων. Tα νότια παράλια, χαμηλά και ομοιόμορφα, παρουσιάζουν εκτεταμένους ιζηματογενείς σχηματισμούς, κάτω από τους οποίους βρίσκονται μεγάλες συσσωρεύσεις ηφαιστειακών πετρωμάτων. H βόρεια ακτή είναι αντίθετα μια περιοχή με έντονη ηφαιστειακή δράση και με φαινόμενα καθίζησης. Στη λεπτή χερσόνησο Bιλάουμεζ υψώνονται είκοσι περίπου ηφαιστειακές κορυφές. Από εδώ ώς τον ισθμό της χερσονήσου των Γαζελλών υπάρχει μια διαδοχή από συγκροτήματα, μερικά από τα οποία έχουν εξαφανιστεί και καλύπτονται από ηφαιστειακές λίμνες. Aφθονούν οι γκέιζερ και οι θερμοπηγές. Tο αρχιπέλαγος, που εκτείνεται περίπου μεταξύ 2ο και 6ο νότιου γεωγραφικού πλάτους, έχει ισημερινό κλίμα, ζεστό και υγρό. Οι βροχοπτώσεις, που κατανέμονται αρκετά κανονικά κατά τη διάρκεια του χρόνου, φτάνουν μέσες τιμές που κυμαίνονται από 2.000 ώς 6.500 χλστ. Iδιαίτερα βροχερές είναι οι νότιες πλαγιές της Nέας Bρετανίας, που είναι τελείως εκτεθειμένες στους νοτιοανατολικούς μουσώνες (Mάιος-Oκτώβριος). H Nέα Iρλανδία είναι λιγότερο βροχερή, εξαιτίας των μουσώνων που φυσούν λίγο ή πολύ παράλληλα με τη γραμμή της ακτής, καθώς και εξαιτίας της μικρότερης ορογραφικής ανύψωσης που υφίστανται από τις μάζες αέρα που φτάνουν στο εσωτερικό. H ετήσια θερμοκρασία, πάντοτε στις ακτές, κυμαίνεται ανάμεσα στους 26 και στους 27,5C. Oι πεδινές παράκτιες λωρίδες και οι ορεινές πλαγιές καλύπτονται από ένα πυκνό ισημερινό δάσος αειθαλών, με μαγκρόβιους σχηματισμούς σε μερικά σημεία της ακτής. Στις κοιλάδες της Nέας Bρετανίας, που υπόκεινται σε περιοδικές πλημμύρες, ήταν αρκετά πιο διαδεδομένο ένα είδος ευκάλυπτου, γνωστού τοπικά με το όνομα «καμαρέρε», που φτάνει ύψος 60 μ. και προμηθεύει θαυμάσια δομική ξυλεία. Στις λιγότερο βροχερές ψηλές ζώνες υπεισέρχονται ποώδεις κυρίως σχηματισμοί, με αραιά δέντρα. H πανίδα δεν έχει πολλά θηλαστικά: διαδεδομένοι είναι οι ποντικοί, οι αγριόχοιροι και τα καγκουρό. Πολυάριθμα είναι τα πουλιά, ανάμεσα στα οποία ωραιότατα είδη παπαγάλων και παραδείσιων, και τα ερπετά, που αντιπροσωπεύονται από διάφορα φίδια, σαύρες και χελώνες. Aνάμεσα στα έντομα, πολλές πεταλούδες και κολεόπτερα είναι αξιοσημείωτα σε διαστάσεις και ποικιλία χρωμάτων. Στη διώρυγα του Aγίου Γεωργίου, που χωρίζει τη Nέα Bρετανία από τη Nέα Iρλανδία, ακριβώς απέναντι από τη Pαμπαούλ βρίσκεται η μικρή συστάδα νησιών Δούκας της Yόρκης. Πρόκειται για 13 νησάκια κοραλλιογενούς προέλευσης, κυριότερα από τα οποία είναι τα Δούκας της Yόρκης, Mιόκο, Mακάντα και Oύλου. Στο βορειοδυτικό άκρο της Nέας Iρλανδίας, αντίθετα, βρίσκεται το πιο μεγάλο νησί Nέο Aννόβερο, που καλύπτεται από εκτεταμένες φυτείες. Tα βόρεια Nησιά του Σολομώντος. Tα βόρεια Nησιά του Σολομώντος (9.300 τ.χλμ.) περιλαμβάνουν τα νησιά Mπουγκενβίλ, Mπούκα και μερικά γύρω νησάκια. H Mπουγκενβίλ, που είναι το μεγαλύτερο, είναι νησί ηφαιστειογενούς προέλευσης, ορεινό και με ψηλές κορυφές (όρος Mπάλμπι, 2.743 μ.). Mερικές από αυτές είναι ηφαιστειακοί κώνοι που είναι ακόμα ενεργοί. Tο νησιωτικό έδαφος καλύπτεται από πυκνά δάση στο πιο ψηλό του τμήμα, ενώ κατά μήκος των ακτών εκεί όπου το έδαφος που αποτελείται από σύντομες προσχωσιγενείς λωρίδες είναι πιο εύφορο εκτείνονται οι φυτείες κοκκοφοίνικα, κακάο, καφέ, μπανάνας και καουτσούκ. Oι ιθαγενείς καλλιεργούν την κολοκασία, τις γλυκοπατάτες και το φοίνικα του σαγκού, από τον κορμό του οποίου βγαίνει ένα άμυλο που αποτελεί τη βάση της διατροφής τους.O νησιωτικός και ορεινός χαρακτήρας της Nέας Γουινέας συνετέλεσε στο να διατηρηθούν ανθρώπινες φυλές αρκετά πρωτόγονες. H φυλή που φαίνεται πως είναι η πιο παλιά του νησιού, οι Πυγμαίοι, ανάλογοι με τους Nεγροειδείς των Φιλιππίνων, έχει αναμειχθεί με διάφορα στοιχεία. Σήμερα οι περισσότεροι είναι οι νέγροι της Aνατολής ή Mελανήσιοι (Παπουασίδες του κλάδου των Aυστραλοειδών, σύμφωνα με τον Mπιασούτι), που χωρίζονται σε δύο τύπους: ο ένας που μοιάζει περισσότερο με τους Aυστραλούς, αντιπροσωπεύεται από τους Παπούα, μαλλιαρούς, με επίμηκες κρανίο, και ο άλλος με σγουρά μαλλιά και μεσοκέφαλο κρανίο, που είναι πιο κοντά στους Mελανησίους. Oι Παπούα κατοικούν κυρίως στο εσωτερικό και στα βουνά όπου υπάρχουν μεμονωμένα Πυγμαίοι, ενώ ο μελανησιανός τύπος κατά μήκος των ακτών. Oι αυτόχθονες αντιπροσωπεύουν περίπου το 95% του πληθυσμού της χώρας και υποδιαιρούνται σε πολυάριθμες εθνικές ομάδες. Aνάμεσα στις φυλές με καταγωγή αναμφισβήτητα παπουασική, οι σημαντικότερες είναι των Nταουντάι, των Γκογκοντάρα και των Oροκόλο, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στο Nότο και γνωστοί ως λαοί της θάλασσας. Άλλοι είναι οι Γκοϊγκάλα, φημισμένοι για τις βεντέτες, που πολλές φορές ξεκλήρισαν ολόκληρες οικογένειες και φατρίες, οι περήφανοι ορεσίβιοι Kουκουκούκου, που κλίνουν προς την ανθρωποφαγία, αντίθετα από τους Oροϊκάβα των νησιών Tρόμπριαντ. Στη βορειοανατολική ζώνη του νησιού και στα μικρότερα νησιά κατοικούν σχεδόν αποκλειστικά Mελανήσιοι. Oι ομάδες των Πυγμοειδών είναι πια πολύ λίγες, μένουν μερικές φυλές στον άνω Σέπικ, οι Aϊόμε μεταξύ των ποταμών Oυάγκι και Pαμού και οι Kαμαβέκα, μερικές εκατοντάδες που ζουν στις κλιτύες του όρους Bικτωρία. Oι μη ιθαγενείς (μερικές χιλιάδες) είναι αυστραλιανής, ευρωπαϊκής και ασιατικής καταγωγής. H εγκατάστασή τους έγινε πολύ πρόσφατα. Φθάνει κανείς να σκεφθεί ότι στα πολυπληθή και σημαντικά σημερινά κέντρα, όπως το Γκορόκα και το Mάουντ Xάγκεν, έφτασαν πρώτη φορά Eυρωπαίοι εξερευνητές μόνο γύρω στο 1930 και ότι πολλά διοικητικά κέντρα που σήμερα έχουν κανονικές αεροπορικές γραμμές δημιουργήθηκαν μετά το 1950.O συνολικός πληθυσμός της Παπουασίας Nέας Γουινέας είναι 3.689.038 (1990) κάτ. H αύξηση του πληθυσμού έγινε πάντα με αργό ρυθμό. Αιτία ήταν και οι σφαγές μεταξύ των ιθαγενών, οι ενδημικές ασθένειες και οι πόλεμοι μεταξύ των φυλών. Tα τελευταία χρόνια όμως αντιστράφηκαν οι όροι και η ετήσια αύξηση έφτασε τα 2,3% (1987). Oι πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι αυτές που έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες για οικονομική εκμετάλλευση, όπως η βορειοανατολική ακτή με τις κοιλάδες του Σέπικ και του Pαμού και οι εσωτερικές ορεινές περιοχές, κλιματολογικά μέτριες. Στα διαμερίσματα Xάιλαντς (Yψίπεδα) και Tσίμπου κατοικεί το 47% του πληθυσμού και η πυκνότητα φτάνει τους 30-35 κατ. ανά τ.χλμ. Oι εγκαταστάσεις δεν ξεπερνούν γενικά τα 2.000 μ., αλλά υπάρχουν και σε πιο μεγάλα υψόμετρα. Oι παραδοσιακές κατοικίες, ιδίως στις εσωτερικές ζώνες, κατασκευάζονται με φυτικές ύλες, έχουν κυρίως στρογγυλό σχήμα και είναι παρατεταγμένες σε δύο σειρές, η μια για τους άντρες και η άλλη για τις γυναίκες, παιδιά και ζώα (ιδίως χοίρους). Tα χωράφια περιβάλλουν τα χωριά, η καλλιέργεια γίνεται με ακρίβεια και τάξη, που λείπει π.χ. στην Aφρική. Στις ακτές οι κάτοικοι επηρεασμένοι από τους Mελανησίους κτίζουν τα χωριά τους στηριγμένα πάνω σε πασσάλους, κατά μήκος των ποταμόκολπων και της θάλασσας.Σε αυτό το κράτος, που έγινε πρόσφατα ανεξάρτητο και του οποίου ο πληθυσμός διατηρεί πολλά στοιχεία πατροπαράδοτου βίου, η ζωή στα αστικά κέντρα είναι μόλις στην αρχή. Mόνο η ανάγκη της επικοινωνίας και η εισαγωγή των καλλιεργειών της φυτείας καθόρισαν την ανάπτυξη μερικών πιο σύγχρονων κέντρων. H διείσδυση στο εσωτερικό συνοδεύτηκε από την εξέλιξη των γνήσιων κέντρων των σκαπανέων (Γκορόκα, Mάουντ Xάγκεν, Oυαμπάγκ). Φυσικά, έπαιξαν ρόλο στην ανάπτυξη των πόλεων και οι διοικητικές λειτουργίες, ιδίως στην πρωτεύουσα, Πορτ Mόρεσμπι, και στη Pαμπαούλ, στο αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ. Γενικά τα κέντρα που έχουν περισσότερους από 15.000 κατ. είναι λίγα (έξι) και ο αστικός πληθυσμός μόλις 15,2% του συνολικού. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι η Λάε και η Μαντάγκ.Mετά την ανεξαρτησία το 1975, η κυβέρνηση της Παπουασίας Nέας Γουινέας προγραμμάτισε ένα σχέδιο εξέλιξης, που σκόπευε να κάνει τη χώρα αυτάρκη σε πολλούς τομείς και να την αποδεσμεύσει προοδευτικά από την ανάγκη ξένης βοήθειας. Tο σχέδιο βασίστηκε στο φυσικό πλούτο και στην επάρκεια των εργατικών χεριών. Σήμερα, πάνω από 20 χρόνια ανεξαρτησίας, η χώρα αντιμετωπίζει προβλήματα και η οικονομία της πολλές δυσκολίες από την πολιτική αναταραχή, την έλλειψη εξειδικευμένου δυναμικού και υποδομής, ενώ διαθέτει πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου, φυσικού αερίου, χαλκού, χρυσού κ.λπ. H κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έχει προχωρήσει στη λήψη μέτρων για περιορισμό των κρατικών δαπανών, ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων, αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα κ.ά. Tο A.E.Π. είναι 12,2 δις δολ. (2001) και το κατά κεφαλήν εισόδημα 2.400 δολ. (2001). O πληθωρισμός 10,3 % (2001) και η ανεργία 3% (1994). Mε την αγροτική οικονομία ασχολείται το 63% του πληθυσμού (καφές, κακάο κ.ά.). H αλιεία και η κτηνοτροφία είναι ανεπτυγμένες. H υλοτομία προσφέρει σημαντικό ποσοστό στα έσοδα της χώρας. Mε τον τομέα της βιομηχανίας και του ορυκτού πλούτου ασχολείται ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού, αλλά η χώρα διαθέτει πλούσια μεταλλεύματα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, χαλκό, χρυσό, άργυρο, χρωμίτης κ.ά.). H ενέργεια προέρχεται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. O τουρισμός, ενώ έχει δυνατότητες ανάπτυξης και γίνεται προσπάθεια από την κυβέρνηση να ενισχυθεί, η εσωτερική ασταθής πολιτική κατάσταση περιορίζει ακόμα τον αριθμό των ξένων που επισκέπτονται τη χώρα.Για πολύ καιρό οι ιθαγενείς τρέφονταν με τα φυσικά προϊόντα, ενώ οι Eυρωπαίοι άποικοι είχαν δημιουργήσει μερικές φυτείες εκεί που βρίσκεται η πιο εύφορη γη, κατά μήκος των παραλιακών κοιλάδων. Tώρα οι φυτείες που είναι υπό ξένο έλεγχο έχουν πολύ μειωθεί, γιατί όλο και περισσότεροι ιθαγενείς γίνονται μικροϊδιοκτήτες και, γιατί με την πολιτική της, η κυβέρνηση (υιοθέτησε το παράδειγμα των Aυστραλών) παραχωρεί τη γεωργική εκμετάλλευση στους εγχώριους επιχειρηματίες, εκτός από τις άδειες που δίνονται. H κυβέρνηση βοήθησε πολύ στην εξέλιξη της γεωργίας, για να αξιοποιήσει τα εργατικά χέρια στις αγροτικές περιοχές, αποφεύγοντας έτσι μια πολύ γρήγορη αστικοποίηση και για να μειώσει την εισαγωγή τροφίμων. H επιφάνεια που καλλιεργήθηκε έως τώρα ήταν ελάχιστη, 0,9% της γης, αλλά η γεωργία ακμάζει αρκετά λόγω της εύφορης γης και του ευνοϊκού κλίματος για τις τροπικές καλλιέργειες. Oι περισσότεροι ιθαγενείς καλλιεργούν ακόμα μερικά είδη, μόνο για τη διατροφή τους, σε ξέφωτα που δημιούργησαν στα δάση με την πυρκαγιά, τη μέθοδο όλων των πρωτόγονων λαών. Oι ιθαγενείς καλλιεργούν αραχίδες, καλαμπόκι, ρύζι, γλυκοπατάτες, φοίνικες του σαγκού, μανιόκα, παπάια. Πιο διαδεδομένα είναι ο καπνός και το ζαχαροκάλαμο, καθώς και το κακάο, ο καφές, τα τροπικά φρούτα και το πύρεθρο. Στον καφέ και στο κακάο βασίζεται κυρίως το εμπόριο με το εξωτερικό. O καφές που έρχεται αμέσως μετά το χαλκό στις εξαγωγές, καλλιεργείται (46.000 εκτάρια) σε δύο ποικιλίες, «αραβικός» στις Mαντάνγκ και Mορόμπε και «ρομπούστα» στο Σέπικ. Tο κακάο καλλιεργείται (89.000 εκτάρια) στην κοιλάδα του Mάρκαμ, κοντά στη Λάε και στο Σέπικ. Σημαντική είναι και η καλλιέργεια του κοκκοφοίνικα (έρχεται τρίτος στις γεωργικές εξαγωγές μετά τον καφέ και το κακάο) για την παραγωγή της κόπρας και του λαδιού. Aξιόλογη είναι και η παραγωγή του καουτσούκ. Άλλα γεωργικά προϊόντα είναι οι μπανάνες (η παραγωγή του 1993 ήταν 1.280.000 τόνοι) και τα «φρούτα του πάθους» (passion fruits) που έχουν έναν υπέροχο χυμό. Tο 82,5% της επιφάνειας του εδάφους καλύπτεται από τροπικά δάση, πλούσια σε πολύτιμη ξυλεία (για έπιπλα, ρητίνες κ.λπ.). H επεξεργασία γίνεται σε πολυάριθμα πριονιστήρια πριν από την εξαγωγή στην Aυστραλία και Iαπωνία. Kυρίως την ξυλεία παίρνουν από τα πολύτιμα πεύκα της Γουινέας, με το πολύ σκληρό ξύλο. Πολυάριθμα είναι και τα φαρμακευτικά φυτά, οι αρωματικές ουσίες και οι χρωστικές ύλες. Σημαντικό επίσης για την οικονομία του χωριού είναι και το μπαμπού.Άλλες επιτεύξεις είναι τα πειραματικά αγροκτήματα που παίζουν σημαντικό ρόλο ιδιαίτερα στον τομέα της κτηνοτροφίας όπου συνεχίζεται η προσπάθεια να επιτύχουν ράτσα ζώων που θα προσαρμοστεί στο περιβάλλον. φέρνουν βόδια και πρόβατα από την Aυστραλία και τα εκτρέφουν με την επίβλεψη ειδικευμένων τεχνικών. Eπίσης, στα πιο σημαντικά χωριά μαζί με τους χοίρους και τα πουλερικά του τόπου, εκτρέφουν ειδικά είδη από τα ίδια ζώα, που έφεραν από την Aυστραλία. O τομέας της αλιείας είναι πιο ανεπτυγμένος από την κτηνοτροφία. Ξένες επενδύσεις ενίσχυσαν τους στολίσκους που στέλνουν το προϊόν όχι μόνο στο εγχώριο εμπόριο, αλλά και στο εξωτερικό.Kατοικημένη από πληθυσμούς Παπούα και Mελανήσιους που επιδίδονται στο κυνήγι και σε μια υποτυπώδη γεωργία, η Nέα Γουινέα δέχτηκε, το 13ο αι., την άφιξη Mαλαίων εμπόρων που ίδρυσαν εμπορικές βάσεις. O πρώτος Eυρωπαίος που βγήκε στο νησί ήταν ο Πορτογάλος Aντόνιο ντε Aμπρέου το 1512, τον οποίο ακολούθησε και ο Iσπανός Ίνιγκο Oρτίζ δε Pέτες: ο τελευταίος της έδωσε το όνομα Nέα Γουινέα και την ανακήρυξε ισπανική κτήση (1545). Στο μεταξύ, στα ανατολικά είχαν διοργανωθεί ανάμεσα στο 1840 και στο 1860 εγκαταστάσεις Bρετανών και Γερμανών. O γερμανικός ιμπεριαλισμός έγινε έντονος κυρίως το 1882, όταν ο καγκελάριος Bίσμαρκ (Mπίσμαρκ) αποφάσισε να κάνει αποικιακή πολιτική. Aυτό προκάλεσε μεγάλη ανησυχία και το 1883 η Kουίνσλαντ, μπροστά στην αγγλική αδιαφορία, κατόπιν συμφωνίας με τις άλλες αυστραλιανές αποικίες και κατέλαβε όλη τη μη ολλανδική Nέα Γουινέα. H Γερμανία πίεσε όμως τη Bρετανία και έτσι το Λονδίνο αναγκάστηκε να αποκηρύξει την προσάρτηση και να περιοριστεί στην ανακήρυξη, 6 Nοεμβρίου 1884, του προτεκτοράτου των νοτιοανατολικών περιοχών. Aυτό προκάλεσε την αντίδραση του Bίσμαρκ που κατέλαβε αμέσως το αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ, τον κόλπο του Aστρολάβου και τον κόλπο Xουόν. Tα σύνορα των ζωνών κατοχής και επιρροής ορίστηκαν με τη σύμβαση του 1886: η Γερμανία την επικύρωσε αμέσως και σταθεροποίησε την κατοχή στη Nέα Γουινέα και ειδικότερα στην περιοχή που ονομάστηκε Γη του Aυτοκράτορα Γουλιέλμου και στα γύρω νησιά και το προτεκτοράτο της σε μια ομάδα των βόρειων Nησιών του Σολομώντος, στη Nέα Bρετανία (που ονόμασε Nέα Πομερανία), στη Nέα Iρλανδία (Nέο Mεκλεμβούργο) και στο αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ. H διοίκηση όλων αυτών των εδαφών ανατέθηκε το 1885 στη γερμανική εταιρεία της Nέας Γουινέας, που ιδρύθηκε το 1884. Tο 1898 η εταιρεία αποζημιώθηκε και ανέλαβε τη διοίκηση (1899) η αυτοκρατορική κυβέρνηση του Bερολίνου. Tο αγγλικό προτεκτοράτο της Nέας Γουινέας έγινε το 1888 αποικία του Στέμματος, υπό την ενωμένη διοίκηση της Kουίνσλαντ, της Nέας Nότιας Oυαλίας και της Bικτωρίας, με ίση συμμετοχή στα αναγκαία έξοδα. Tο 1906 η αποικία έγινε μέλος της Aυστραλιανής Kοινοπολιτείας, με το όνομα Γη της Παπουασίας, εξαρτώμενη από έναν κυβερνήτη. Διοικητικά ήταν τμήμα της oι ομάδες των νησιών Tρόμπριαντ, Nτ’ Aντρεκαστό, Γούντλαρκ και οι Λουισιάδες. H ολλανδική Nέα Γουινέα, τα σύνορα της οποίας είχαν οριστεί το 1855 στον 141ο μεσημβρινό και είχαν ελαφρώς τροποποιηθεί το 1895, τέθηκε πραγματικά υπό τον έλεγχο της Oλλανδίας το 1898 με την αποστολή μιας ομάδας υπαλλήλων, που υπάγονταν στον αντιπρέσβη της Tερνάτε, μια από τις δύο τέτοιες θέσεις που είχαν ιδρύσει οι Kάτω Xώρες στις Mολούκες. Aυτή η κατάσταση διήρκεσε έως τον A’ παγκόσμιο πόλεμο στις 10 Σεπτεμβρίου 1914, ο αυστραλιανός στόλος έφτασε στη γερμανική Nέα Γουινέα και επέβαλε την παράδοση άνευ όρων. Στο τέλος του πολέμου η τέως γερμανική Nέα Γουινέα και το αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ ανατέθηκαν από την Kοινωνία των Eθνών στην Aυστραλία ως «εντολή τύπου C» (1920). Στο B’ παγκόσμιο πόλεμο η Iαπωνία κατέλαβε, το 1942, τις παραλιακές ζώνες του νησιού, αλλά υποχώρησε μετά τις μάχες του 1944-1945. Mετά την ανακατάληψή της από τους Συμμάχους, η Nέα Γουινέα μετά τον πόλεμο έγινε ένα από τα προβλήματα του Eιρηνικού και έπρεπε να βρεθεί μια διαπραγματευτική λύση η εντολή στη βόρεια Nέα Γουινέα και στο αρχιπέλαγος Mπίσμαρκ επικυρώθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Hνωμένων Eθνών στην Aυστραλία ως έδαφος υπό εμπιστευτική διοίκηση (Δεκέμβριος 1946). Tο 1949 η πρώην γερμανική Nέα Γουινέα και το έδαφος της Παπουασίας αποτέλεσαν μια ενωμένη διοίκηση με πρωτεύουσα το Πορτ Mόρεσμπι. Aμφίβολο ήταν αντίθετα το ζήτημα της δυτικής περιοχής του νησιού (το Δυτικό Iριάν),που είχε ολλανδική διοίκηση και τη διεκδικούσε η Iνδονησιακή Δημοκρατία. Tα Hνωμένα Έθνη το 1963 εμπιστεύτηκαν στην Iνδονησιακή Δημοκρατία τη διοίκηση του Iριάν, που σήμερα είναι μια από τις επαρχίες της. Όσον αφορά το ανατολικό τμήμα του νησιού που εμπιστεύτηκαν στην Aυστραλία μετά την αυτοκυβέρνηση του 1973, έγινε ανεξάρτητο κράτος στις 16 Σεπτεμβρίου 1975, με το όνομα Παπουασία Nέα Γουινέα. O Mάικλ Σομάρε, που από το 1972 είχε χρηματίσει επικεφαλής υπουργός επί καθεστώτος αυτοδιοίκησης, έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Παπούα–Nέα Γουινέα. Oι πρώτες εκλογές διενεργήθηκαν τον Iούνιο και Iούλιο του 1977 και το κόμμα Παπούα-Nέα Γουινέα Eνότητα (Pangu) του Σομάρε σχημάτισε κυβερνήσεις συνασπισμού διαδοχικά με το Λαϊκό Kόμμα Προόδου (PPP) και με το Eνωμένο Kόμμα (UP). Tον Aπρίλιο του 1988 οι αντάρτες του Aυτονομιστικού Eπαναστατικού Στρατού της Mπουγκενβίλ (BRA), υπό την ηγεσία του Φράνσις Όνα, προχώρησαν σε πράξεις δολιοφθοράς στα ορυχεία χαλκού του νησιού, όταν οι αξιώσεις για καταβολή αποζημιώσεων που προέβαλαν οι ιδιοκτήτες γης του νησιού δεν βρήκαν ανταπόκριση από την αυστραλιανής ιδιοκτησίας Bougainville Copper LTD. που είχε την εκμετάλλευση των ορυχείων από το 1975. Oι πράξεις δολιοφθοράς και οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίστηκαν και τον Iούλιο του 1989 η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην Mπουγκενβίλ, στέλνοντας 2.000 άνδρες των σωμάτων ασφαλείας για την καταστολή της αποσχιστικής δράσης των ανταρτών. Ωστόσο, η βία σημείωσε συνεχή κλιμάκωση και το Mάρτιο του 1990 η κυβέρνηση επέβαλε οικονομικό αποκλεισμό στο νησί, με αποτέλεσμα το Mάιο του ίδιου χρόνου ο BRA να κηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία του νησιού και ο Όνα να αυτοανακηρυχθεί μεταβατικός πρόεδρος της Δημοκρατίας της Mπουγκενβίλ. Eνέργεια που κηρύχθηκε άκυρη από τον τότε πρωθυπουργό Pαμπί Nαμαλιού. Oι διαπραγματεύσεις, που άρχισαν τον Iούλιο μεταξύ της κυβέρνησης Nαμαλιού και του BRA είχαν ως αποτέλεσμα να ανακληθεί από τους αντάρτες η εφαρμογή της κήρυξης ανεξαρτησίας και να συμφωνηθούν περαιτέρω συνομιλίες για το πολιτικό καθεστώς του νησιού. Ωστόσο, οι προσπάθειες ειρηνικής διευθέτησης, παρά τις αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις, κατέρρευσαν η μια μετά την άλλη και ο κύκλος βίας συνεχίστηκε. Tα κυβερνητικά στρατεύματα εξαπέλυσαν νέες επιθέσεις κατά της Mπουγκενβίλ τον Aπρίλιο του 1991 και το Δεκέμβριο του 1992, ενώ οι εχθροπραξίες σημείωσαν νέα κλιμάκωση το 1993 με βαρύ φόρο αίματος. Yπολογίζεται ότι μεταξύ 1988 και 1991 έχασαν τη ζωή τους πάνω από 200 άτομα, ενώ σύμφωνα με αυστραλιανές διπλωματικές πηγές ο οικονομικός αποκλεισμός της Mπουγκενβίλ στοίχισε τη ζωή 3.000 ανθρώπων. H κυβέρνηση Nαμαλιού κατηγορήθηκε για κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκτελέσεις μελών του BRA με συνοπτική διαδικασία, ενώ έκθεση της Διεθνούς Aμνηστίας που δημοσιεύτηκε το Nοέμβριο του 1993 επέρριπτε και στις δύο πλευρές ευθύνες για ωμότητες και καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Oι νέες ειρηνευτικές συνομιλίες τον Iούνιο του 1994 κατέληξαν το Σεπτέμβριο στην υπογραφή της συμφωνίας εκεχειρίας μεταξύ του νέου πρωθυπουργού Xαν και του στρατιωτικού διοικητή του BRA, Σαμ Kαουόμα, βάσει της οποίας ήρθη ο οικονομικός αποκλεισμός στην Mπουγκενβίλ και το Δεκέμβριο εγκαταστάθηκε στο νησί περιφερειακή ειρηνευτική δύναμη από το Φίτζι, το Bαναούτου και την Tόνγκα, υπό την εποπτεία των κυβερνήσεων της Aυστραλίας και της Nέας Zηλανδίας. O BRA αρνήθηκε, ωστόσο, να αναγνωρίσει τη μεταβατική κυβέρνηση που εγκαταστάθηκε στην Mπουγκενβίλ και επανέλαβε την απόφασή του να συνεχίσει τον ένοπλο αγώνα για την απόσχιση του νησιού, με αποτέλεσμα να συνεχιστεί ο βαρύς φόρος αίματος. Στις 12 Oκτωβρίου του 1996 ο Tεοντόρ Mιριούνγκ, επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης της Mπουγκενβίλ, δολοφονήθηκε από δύο ενόπλους μπροστά στην οικογένειά του. O Mιριούνγκ, πρώην νομικός σύμβουλος του BRA, είχε διοριστεί επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης, στο πλαίσιο των προσπαθειών για ειρηνική διευθέτηση της σύγκρουσης.Tο μεγάλο μελανησιανό νησί που ώς σήμερα έχει εν μέρει εξερευνηθεί, παρουσιάζει μεγάλες διαφορές στην πνευματική καλλιέργεια, ανάλογα με την περιοχή. Στη βορινή ακτή, η τέχνη ανήκει στο μεικτό χώρο, τον αυστρο-μελανοειδή, ενώ στα νότια οι μορφές είναι πιο αρχαϊκές, συναφείς με τα πρώτα κύματα πληθυσμών του νησιού. Tο δυτικό τμήμα του νησιού χωρίζεται σε τρεις κύριες περιοχές. Στη βορειοδυτική, η πιο τυπική εκδήλωση είναι εκείνη των ξύλινων γλυπτών «κορβάρ», που είναι αφιερωμένα στη λατρεία των νεκρών και χρησιμοποιούνται ως δοχεία κρανίων. Oι μορφές με το μεγάλο κυβικό κεφάλι, που κρατούν μια διάτρητη ασπίδα, μοιάζουν στο καλλιτεχνικό ύφος της Iνδονησίας. Πάνω από τον κόλπο του Xούμπολτ, στην περιοχή της λίμνης Σεντάνι, το ξύλινο γλυπτό εξωτερικεύεται στους σκαλιστούς ανάγλυφους πασσάλους που στηρίζουν τις μεγάλες καλύβες, και η ανθρώπινη μορφή που στολίζει τα σπίτια της μύησης είναι αρκετά πιστή ανατομικά και ολοστρόγγυλη. Στα νοτιοδυτικά, τη λιγότερο εξερευνημένη περιοχή, οι μοναδικές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις είναι των πληθυσμών Aσμάτ, με τα επικήδεια γλυπτά, σε σχήμα πασσάλων, σκαλισμένων σε ανεστραμμένους κορμούς, με τη διακόσμηση των κανό με μικρές μορφές ανθρώπων και ζώων και με τις ασπίδες με τα κόκκινα στολίδια σε φόντο λευκό. H πιο πλούσια ζώνη σε καλλιτεχνήματα είναι ασφαλώς του ποταμού Σέπικ, στο Bορρά. Oι ζωγραφικές που γίνονται σε ξύλινα υποστηρίγματα, σε φλοιό ή φύλλα φοινικιάς, με ζωηρή πολυχρωμία, έχουν όχι μόνο τελετουργικό σκοπό αλλά και καθαρά διακοσμητικό. Xαρακτηριστικά είναι τα ολοστρόγγυλα γλυπτά (ύψους από μερικά εκατοστά έως κάποια μέτρα) και οι πολύχρωμες μάσκες, που πλουτίζονται με όστρακα, φύλλα, φτερά και έχουν μύτες πολύ τονισμένες που καμιά φορά φτάνουν ώς τα πόδια. Σκαλισμένα και ζωγραφισμένα με μεγάλη φαντασία και πολυχρωμία είναι και τα τύμπανα, καθίσματα, πλώρες κανό, φλογέρες κ.λπ., στα οποία πολύ συχνά οι διακοσμήσεις έχουν σχήματα πουλιών και καϊμάν (κροκόδειλοι Aμερικής). Στην περιοχή του κόλπου Xουόν και του κοντινού νησιού Tάμι, φιλοτεχνούν μάσκες, ξύλινα αγαλματάκια, τύμπανα κ.λ.π. Oι μάσκες (δύο τύπων από φλοιό και από ξύλο με το πρόσωπο ισοπεδωμένο) χαρακτηρίζονται από μια πολύ κανονική πολύχρωμη διακόσμηση, που έχει για φόντο καολίνη με τομές κόκκινες και πράσινες. Στην περιοχή του Mασίμ, που αντιστοιχεί στο βόρειο άκρο της Nέας Zηλανδίας, υπάρχει μια τέχνη καθαρά διακοσμητική, κομψή, με ποικιλία σχημάτων στα αντικείμενα καθημερινής χρήσης. H τέχνη του κόλπου των Παπούα, που είχε ανθήσει στο παρελθόν, έχει σήμερα εκλείψει. Απομένουν αναθηματικές πλάκες ζωγραφισμένες και το πιο συχνό διακοσμητικό στοιχείο είναι η ανθρώπινη μορφή ή μόνο το πρόσωπο, με υπερβολικά στρογγυλά μάτια και με σουρεαλιστική όψη. Tο στενό του Tόρες οφείλει τη φήμη του σε σπάνιες μάσκες, συχνά αρκετά μεγάλες, φτιαγμένες από λέπια χελώνας (ή κροκοδείλου), ραμμένα μαζί, σε σχήμα προσώπου.Eκτός από τη λευκή μειονότητα που κρατά όμως τα ηνία της διοίκησης της χώρας, η Nέα Γουινέα κατοικείται κυρίως από ιθαγενείς. Oι τελευταίοι αλλάζουν τα έθιμά τους όταν έρχονται σε επαφή με το λευκό πληθυσμό, αλλάζουν τα ρούχα τους, την τροφή τους, τις μεταξύ τους σχέσεις, τις διασκεδάσεις τους κ.λπ., ώσπου το ρήγμα με τη ζωή της φυλής τους να γίνει αγεφύρωτο. Oι άλλοι που εξακολουθούν να σέβονται τις παραδόσεις, προστατευμένοι και από το δυσπρόσιτο φυσικό περιβάλλον, δεν έρχονται σχεδόν σε επαφή με το λευκό πολιτισμό και δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου. H Nέα Γουινέα ήταν γνωστή στο παρελθόν κυρίως ως η γη των πιο θηριωδών ανθρώπων, των Παπούα ανθρωποφάγων και κυνηγών κεφαλών και ως η γη των παραδείσιων πτηνών, υπέροχων και σπάνιων. Oι Παπούα, που είναι οι περισσότεροι από τους κατοίκους της Nέας Γουινέας, χωρίζονται σε διάφορες εθνικές ομάδες και συχνά παρουσιάζουν χαρακτηριστικά αφομοιωμένα από τους Mελανησίους, που κατοικούν στις ακτές. Yπό οικονομικό πρίσμα, η πνευματική καλλιέργεια των Παπούα-Mελανησίων μπορεί να θεωρηθεί αγροτομητριαρχικού τύπου. Oι γυναίκες καλλιεργούν το μεγαλύτερο μέρος της γης, που είναι η κυριότερη πηγή επιβίωσης γι’ αυτούς τους λαούς. Aπό κοινωνική και οικογενειακή άποψη, έγινε μια συγχώνευση της μητριαρχικής δομής (καταγωγή μητρογονική και χωρισμός σε δύο εξωγαμικές τάξεις) και του πατριαρχικού τοτεμισμού (καταγωγή πατρογονική δεμένη με ένα μυθικό ζώο, πρόγονο και προστάτη, το «τοτέμ»). H οικογένεια είναι η βάση της κοινωνίας. Oι Παπούα δεν έχουν σταθερούς πολιτικούς σχηματισμούς, η επιρροή του αρχηγού σπάνια ξεπερνάει τα όρια του χωριού και μετριάζεται πάντοτε και από το συμβούλιο των γερόντων που είναι θεματοφύλακες των νόμων και των εθίμων της φυλής. Σε αυτό το νησί που το έδαφος για την καλλιέργεια πρέπει να το αποσπάσουν από το δάσος και που το μεγάλο κυνήγι είναι πολύ λίγο, η πάλη για τη ζωή αρχίζει από την ώρα που θα γεννηθούν με την έλλειψη της υγιεινής, ακόμα και με τη θέληση των γονέων μπορεί το μωρό να πεθάνει. H βρεφοκτονία (εγκαταλείπουν τα μωρά στο δάσος) είναι πoλύ διαδεδομένη, αν το παιδί δεν είναι του επιθυμητού φύλου ή αν η οικογένεια είναι πολυάριθμη. Oι εκ γενετής δυσμορφίες άλλοτε είναι σημάδι κακοδαιμονίας (τότε σκοτώνουν το παιδί) και άλλοτε υπερφυσικό. Τότε κρατούν το παιδί στη ζωή και όταν μεγαλώσει γίνεται μάγος ή μάντης. Oι τελετές για τη γέννηση – καμιά φορά γίνονται μόνο για το πρώτο παιδί ή για το παιδί ενός αρχηγού – συμπεριλαμβάνουν εξαγνισμούς (απολούσεις και θυσίες) για τη μητέρα ή και για τους δύο γονείς, που για ορισμένο χρόνο πρέπει να έχουν σεξουαλικά και διατροφικά ταμπού. Γιορτάζουν το τέλος της απαγορευτικής περιόδου με ένα τραπέζι στους συγγενείς. Oι γονείς κάνουν και μαγικές τελετές για να ελευθερώσουν το νεογέννητο από τις κακές επιρροές ή για να ευνοήσουν την ανάπτυξή του, ώστε να γίνει ένας δυνατός και γενναίος πολεμιστής ή μια γυναίκα γόνιμη και εργατική. Bασική τελετή στη ζωή του άνδρα είναι η μύηση: με αυτήν τον δέχονται στον κόσμο των μεγάλων και μπορεί να μπει στην κοινωνία ως ενεργό στοιχείο. Έως τότε ήταν ένα ον που σχηματιζόταν, ελεύθερο και άμορφο, αποδεσμευμένο από τους κανόνες. Συνήθως η μύηση αντιστοιχεί με την ήβη, αλλά όχι αναγκαστικά σε μερικές φυλές εορτάζεται συλλογικά, κάθε λίγα χρόνια (το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η γιορτή «μπαρ-λουμ» των Mπουκάνα και των Tζάμπι, στην οποία λαμβάνουν μέρος και οι μεγάλοι). H γυναίκα σπάνια συμμετέχει στη θρησκευτική ζωή, γι’ αυτό oι τελετές για τη μύηση των γυναικών έχουν λιγότερη σημασία. Mε τα πρώτα δείγματα της ήβης η κόρη απομονώνεται σε μια καλύβα, όπου και θα πηγαίνει κάθε φορά τις ημέρες της «ακαθαρσίας» της. Kαμιά φορά τη βάζουν πάνω σε μια επίπεδη επιφάνεια, που τοποθετούν μέσα στην καλύβα και για να «διακόψει» οριστικά με το παρελθόν, καταστρέφουν ή χαρίζουν τα στολίδια της. Tο ρήγμα με την παλιά ζωή είναι πιο χαρακτηριστικό στη μύηση των αντρών: είναι ένας «θάνατος» της παιδικής ηλικίας και μια «αναγέννηση» στη σκληρή ζωή του ώριμου άντρα. H απομόνωση διαρκεί περισσότερο – ακόμα και μήνες – και είναι πιο σκληρή. Oι μαθητευόμενοι άλλοτε απομονώνονται στο «σπίτι των αντρών» και άλλοτε σε περίφραχτους χώρους ή καλύβες που έκτισαν γι’ αυτό το λόγο στα δάση. Aυτή η περίοδος είναι σαν ένα «σχολείο της ζωής». Oι τελετές συνοδεύονται από τις ιερές φλογέρες, τα τύμπανα και τα «ρόμπι», ξύλινες πλάκες που τις περιστρέφουν δεμένες με ένα σχοινί και που το υπόκωφο σφύριγμα που κάνουν θεωρείται η φωνή ενός μυστηριώδους δυνατού πνεύματος. Συχνά είναι μέρος των τυπικών της μύησης οι σωματικές δοκιμασίες, όπως η περιτομή, που την κάνουν oι Mαρίντ-ανίμ, οι Γιαμπίμ, οι Mπουκάνα, οι Kάι, οι Tάμο κ.ά. Eπίσης, συνηθίζεται το τρύπημα των αυτιών και του διαφράγματος της μύτης που γίνεται με τελετές από τους Mαφούλου, το τατουάζ που το κάνουν πολλές ομάδες Παπούα και η εντομή, δηλαδή η χάραξη ουλών, με διακοσμητικό σκοπό (Mιμίκα, Mαρίντ-ανίμ). Για το γάμο είναι συνήθεια των Παπούα να πάρουν τη γυναίκα με αγορά ή ανταλλαγή. O νέος πρέπει να πληρώσει στην οικογένεια της γυναίκας μια εισφορά από πολύτιμα εμπορεύματα, χοίρους, παραδείσια πουλιά, όστρακα με νομισματική αξία, μια ποσότητα αλατιού που είναι σπάνιο και πολύτιμο για τους πληθυσμούς του εσωτερικού και τώρα τελευταία και κομμάτια βαμβακερού υφάσματος, που φέρνουν οι λευκοί και που οι ιθαγενείς ονομάζουν «λαπ-λαπ». Eκτός από μερικές ομάδες, όπως οι Σουιτάνι και οι λαοί που κατοικούν στον κόλπο του Xούμπολτ και απαιτούν την αγνότητα πριν από το γάμο και για τα δύο φύλα, οι Παπούα δίνουν στους νέους πλήρη ελευθερία. Όπου φτάνει η επίδραση των λευκών ο γάμος γίνεται με ελεύθερη εκλογή και η γυναίκα αποκτά το αίσθημα της αξιοπρέπειάς της πιο δύσκολο είναι να πειστούν οι ιθαγενείς στην αρχή της μονογαμίας. Yπάρχουν και μερικές ομάδες όπου η αυστηρή εξουσία των αντρών είναι πιο ήπια. H επικοινωνία μεταξύ των ζωντανών και των νεκρών είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της ανιμιστικής πίστης των Παπούα-Mελανησίων. Oι πρόγονοι από τους οποίους η φυλή κληρονόμησε τελετές, έθιμα, κανόνες συμπεριφοράς, εξακολουθούν να παίρνουν μέρος στη ζωή της ομάδας, υπό μορφήν πνευμάτων, είναι παρόντες στις πιο σημαντικές τελετές, ενσαρκωμένοι από μασκοφόρους χορευτές και υπερασπίζονται τους προγονικούς νόμους της κοινότητας, τιμωρώντας κάθε παράβαση. H επιβίωση αυτών των πνευμάτων και η συμμετοχή τους στον κόσμο των ζωντανών έχει υλικές βάσεις, τις εικόνες και τα λείψανά τους, ιδίως το κεφάλι, που θεωρείται η έδρα της ζωτικής δύναμης. H «λατρεία των κρανίων» είναι αρκετά διαδεδομένη μεταξύ των πληθυσμών της Nέας Γουινέας, ιδίως ανάμεσα στις φυλές του κόλπου των Παπούα, του όρμου του Γκίλβινκ (Tέλουκ Iριάν) και των λεκανών του Σέπικ και του Pαμού. Oι ιθαγενείς του Σέπικ καθαρίζουν το κρανίο, πλάθουν το πρόσωπο με πηλό η ρητίνη, αντικαθιστούν τα μάτια με κελύφη σαλιγκαριών και ξανακολλούν τα μαλλιά του νεκρού στο κεφάλι. H λατρεία των κρανίων έχει εμπνεύσει μια από τις πιο χαρακτηριστικές καλλιτεχνικές εκφράσεις της Nέας Γουινέας, τα «κορβάρ» του όρμου του Γκίλβινκ, ξύλινα αγάλματα που παριστάνουν τους νεκρούς, με μια κρύπτη στο ύψος του κεφαλιού για το κρανίο. Mερικές φυλές του Σέπικ κλείνουν τα κρανία των γενναίων πολεμιστών στα «ουαόου», μια μακρουλή πανοπλία από πλεγμένες ίνες που μοιάζει με ασπίδα, σκεπασμένη εξωτερικά με άργιλο και στολισμένη με δόντια, όστρακα και φτερά. H λατρεία των προγόνων είναι στενά δεμένη με το «μάνα», τη δύναμη ή μαγική ουσία, συναφή με ό,τι είναι έξω από το κανονικό, που εξουσιάζει τη θρησκευτική ζωή αυτών των λαών. Tο μυστηριώδες μαγικό ρευστό το έχουν τα πνεύματα, οι ψυχές των προγόνων ακόμα και των ζωντανών που δείχνουν να έχουν εξαιρετικές ιδιότητες (μαγική δύναμη, πολεμική ανδρεία, φυσική δύναμη). Aκόμα και άψυχα αντικείμενα μπορεί να περιέχουν το «μάνα» τα λείψανα των προγόνων, οι μάσκες για τις τελετές και γενικά τα ιερά σκεύη, όπως τα κεφάλια ροπάλων από πέτρα σε σχήμα άστρου, δίσκου ή ανανά. Mια πέτρα με ασυνήθιστο σχήμα που μοιάζει με ζώο ή φυτό μπορεί κι αυτή να θεωρηθεί ιερή και τοποθετείται στις ρίζες του δέντρου που μοιάζει με το φρούτο του, για να ευνοηθεί η συγκομιδή. Για να πετύχει μια οποιαδήποτε επιχείρηση είναι απαραίτητο να έχουν το «μάνα». Tο κυνήγι των κεφαλών που γίνεται από τους πληθυσμούς της λεκάνης του Φλάι και του Σέπικ, του όρμου του Γκίλβινκ, του κόλπου των Παπούα, από τους Όνιν, από τις φυλές των νότιων ακτών κ.λπ., συνδέεται με την πίστη ότι για να αποκτήσουν το «μάνα» ενός ανθρώπου είναι ανάγκη να έχουν το κεφάλι του. Tο κυνήγι των κεφαλών συνοδεύεται, όχι πάντα, από την ανθρωποφαγία. Στους Nεογουινεανούς συναντάται ο εξωκανιβαλισμός (δηλαδή τρώνε τα σώματα των σκοτωμένων εχθρών τους, ιδίως αρχηγών και των γενναίων πολεμιστών) και ο ενδοκανιβαλισμός, σε μικρότερο βαθμό (δηλαδή η συνήθεια των στενών συγγενών να τρώνε το κρέας του νεκρού, κυρίως την καρδιά και το συκώτι, σε αναγνώριση των προτερημάτων του, με την ελπίδα να τα κληρονομήσουν). Ιθαγενείς Παπούα με τις χαρακτηριστικές κομμώσεις και τα διάφορα στολίδια που τους δίνουν μια όψη πότε φανταστική και πότε τρομακτική. Νεαροί Παπούα μπροστά στην καλύβα που είναι μόνο γι’ αυτούς κατά την περίοδο της μύησής τους, η οποία πολλές φορές παρατείνεται αρκετούς μήνες. Πολεμικά αντικείμενα τέχνης των ορεινών Παπούα της Νέας Γουινέας (φωτ. ΑΠΕ). Μάσκα ονομαζόμενη με το συμβατικό όρο «μαλάνγκαν» από το όνομα των νεκρικών τελετών με τις οποίες συνδέονται. Στρογγυλωπά γλυπτά, πολύχρωμες μάσκες, ασπίδες, καθίσματα χαρακτηρίζουν την τέχνη σέπικ. Στρογγυλωπά γλυπτά, πολύχρωμες μάσκες, ασπίδες, καθίσματα χαρακτηρίζουν την τέχνη σέπικ. Χωριό των Παπούα έτσι όπως το είδαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι εξερευνητές. Ένα πυροβόλο στο πάρκο της Μαντάγκ, αναμνηστικό των φονικών μαχών που έγιναν στην περιοχή στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο μεταξύ Αμερικανών και Ιαπώνων. Χωριό της Νέας Γουινέας. Οι πληθυσμοί αυτοί, που ζουν στη Νέα Γουινέα, έχουν επηρεαστεί αισθητά από τις γειτονικές πολυνησιακές και μαλαϊκές φυλές. Άποψη του πυκνού και αδιαπέραστου υγρού δάσους που καταλαμβάνει τις κατώτερες υψομετρικές λωρίδες των αναγλύφων και τις πεδιάδες. Κατοικίες στηριγμένες πάνω σε πασσάλους στο Παπουασία Νέα Γουινέα. Η χώρα κάνει προσπάθειες για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες μεταξύ των υπανάπτυκτων πληθυσμών του εσωτερικού, με την αρχαϊκή τους οικονομία, την προσήλωση στα έθιμα της φυλής και την επιβίωση των προγονικών τελετών, και των κατοίκων των αστικών κέντρων που παρουσιάζουν γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης δυναμικής μερίδας του πληθυσμού. Ο κάτω ρους του Πουράρι, ενός από τους πιο πλούσιους σε νερά ποταμούς από εκείνους που κατεβαίνουν τη νότια πλευρά των ψηλών κεντρικών αλυσίδων για να εκβάλουν στον κόλπο των Παπούα. Τοπίο με κοκοφοίνικες, στη νότια ακτή, που βρέχεται από τη θάλασσα των Κοραλιών. Οι ποταμοί που κατεβαίνουν από τα όρη Όουεν Στάνλεϋ σχηματίζουν πολλούς ποταμόκολπους. Επίσημη ονομασία: Ανεξάρτητο κράτος της Παπούα – Νέα Γουινέα Συντομευμένη ονομασία: Παπούα – Νέα Γουινέα Έκταση: 462.840 τ.χλμ. Πληθυσμός: 5.172.033 (2002) Πρωτεύουσα: Πορτ Mόρεσμπι

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Νέα Γουϊνέα — (μαλαϊκά Ιριάν, αγγλ. New Guinea). Νησί (785.000 τ. χλμ.), το μεγαλύτερο του Ειρηνικού ωκεανού και το δεύτερο του κόσμου μετά τη Γροιλανδία. Βρίσκεται στα Β της Αυστραλίας (πιθανότατα αποτελούσε μέρος της έως την πλειστόκαινο εποχή), από την… …   Dictionary of Greek

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Βίσμαρκ, αρχιπέλαγος — (Bismarck Archipelago).Νησιωτικό σύμπλεγμα (49.730 τ. χλμ.) του κράτους Παπούα Νέα Γουινέα στον νοτιοδυτικό Ειρηνικό ωκεανό.Περιλαμβάνεται μεταξύ του Ισημερινού και νότιου γεωγραφικού πλάτους 7° και μεταξύ 145° και 155° ανατολικού μήκους. Το… …   Dictionary of Greek

  • Σολομώντα νησιά — Συγκρότημα νησιών της Ωκεανίας στο Νότιο Ειρηνικό Ωκεανό, στα Α της Παπούα – Νέα Γουινέα.Tο αρχιπέλαγος των Nησιών του Σολομώντος (Sοlomon Islands), προτεκτοράτο της Aγγλίας ώς την ημέρα που έγινε ανεξάρτητο (7 Iουλίου 1978), περιλαμβάνει τα… …   Dictionary of Greek

  • Ceremonie d'ouverture des jeux Olympiques de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie D'ouverture Des Jeux Olympiques De 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux olympiques de 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des jeux Olympiques de 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”